Ο τίτλος αποτελεί δάνειο από μια πολύ γνωστή ταινία του Βίλεμ Παμπστ, γυρισμένη σε στούντιο το 1936, αλλά και με κάποιες σκηνές στο φυσικό περιβάλλον της Θεσσαλονίκης.
Ο λόγος είναι ότι η αναφορά γίνεται σε μια ιστορία κατασκόπων στη σκιά του Λευκού Πύργου, κατά τα έτη του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου. Απ’ ό,τι φαίνεται, λοιπόν, καθώς και από τις υπάρχουσες ιστορικές πηγές, το πρόσφατο επεισόδιο με την κατασκοπική παρακολούθηση στο βενζινάδικο, δεν αποτελεί πρωτόγνωρη εμπειρία για τη Θεσσαλονίκη. Στα χρόνια του Μεγάλου πολέμου, η πόλη ήταν όντως φωλιά των κατασκόπων.

Η Θεσσαλονίκη, μετά το 1915, δεν αρκείται στη φιλοξενία των πολυπληθών στρατευμάτων, απ’ όλες τις γωνιές της γης (Αγγλία, Ιρλανδία, Γαλλία, Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία, Ρωσία, Ιταλία, Σερβία). Πάμπολλοι στρατιώτες από την Αφρική, την Ασία και όπου αλλού οι Σύμμαχοι διέθεταν κτήσεις. Πάμπολλοι Σενεγαλέζοι και Αναμίτες (Βιετναμέζοι), ανάμεσα στους οποίους αξιόπιστοι μελετητές λένε ότι βρισκόταν, ως νοσηλευτής, και ο Χο Τσι Μινχ. Είναι η λεγόμενη «Στρατιά της Ανατολής» η οι «Κηπουροί της Θεσσαλονίκης», αφού ολημερίς έσκαβαν χαρακώματα στη Μακεδονία, χωρίς ποτέ να χρησιμοποιηθούν τα περισσότερα από αυτά. Θεωρούταν η πόλη με τον μεγαλύτερο συνωστισμό στην οικουμένη τη χρονιά του 1916, με πάνω από 300.000 πληθυσμό. Ανάμεσα στον κόσμο, οι κατάσκοποι βρίσκουν «τον παράδεισό τους», όπως μαρτυρά και ο καταγραφέας των εμπειριών του στη Θεσσαλονίκη, W.C.Price.
Κάποιος από αυτούς τους ανθρώπους των μυστικών υπηρεσιών, ο Γάλλος Αντουάν Σεϊκεβίτς, ο οποίος ήταν στην υπηρεσία του Σαραΐγ, εκφράστηκε με έκπληξη για την παθητικότητα των ντόπιων, γράφοντας ότι « τίποτα στη διαγωγή του σαλονικιώτικου πληθυσμού δεν σου επιτρέπει να υποθέσεις ότι είναι ικανός για την παραμικρή χειρονομία, η οποία θα άλλαζε τα πράγματα».
Το μεγάλο αλισβερίσι των κατασκόπων πραγματοποιούταν στα καφέ της πλατείας Ελευθερίας, η οποία τότε αποτελούσε το κέντρο της πόλης. Όπως γράφει ένας Άγγλος αυτόπτης μάρτυς «Στου Φλόκα συζητιόταν ό,τι συνέβαινε σε όλη τη Μακεδονία. Ήταν η αγορά των συμμαχικών στρατευμάτων. Μυστικοί πράκτορες συνωθούνταν με κατάσκοπους, λες κι ο χώρος αυτός είχε διευθετηθεί κατάλληλα για το αρμονικό ζευγάρωμα του κυνηγού με το θήραμα (…)
Πάντοτε απορούσα πώς τα έβγαζαν πέρα οι κατάσκοποι και πού έβρισκαν τις πληροφορίες τους. Πρέπει να είναι φοβερά βαρετό να κάθεσαι σ’ ένα cafe όπου γύρω σου βουΐζουν σα σπαζοκεφαλιά ένα πλήθος συναρπαστικές κουβέντες κι εσύ ν’ αγωνίζεσαι να τσακώσεις καμιά, μέσα απ’ το σωρό. Βέβαια, οι αξιότιμοι κύριοι κατάσκοποι είχαν τις δικές τους μεθόδους κι η Σαλονίκη, μ’ όλο το χαρμάνι των φυλών, προσφερόταν μια χαρά για τις επιχειρήσεις τους. Ανήκαν σ’ όλους τους βαθμούς και τις κοινωνικές τάξεις και τον πρώτο καιρό πολλοί Γερμανοί πράκτορες κυκλοφορούσαν ανάμεσά τους».
Συγχρόνως, το επίσης κοσμοπολίτικο «Μέγα καφεζυθοπωλείο, Καφέ Κριστάλ», όπως επιγραφόταν, αποτελούσε άντρο κατασκόπων και ανταλλαγής πληροφοριών, μέσα στην οχλοβοή. Διαφορετικές γλώσσες, διαφορετικές θρησκείες, δύσκολα βρίσκει κάποιος Θεσσαλονικείς ανάμεσά τους. «Οι τοπικές αρχέε δεν είναι προκατειλημμένες ενάντια στους κατασκόπους, αλλά πρόθυμες να τους προφυλάξουν από την τοπική αστυνομία. Φαντασθείτε τέτοιες συνθήκες και θα συνειδητοποιήσετε πόσο εύκολο ήταν για τον εχθρό να δράσει εναντίον μας και πόσο δύσκολο για τη δική μας αντικατασκοπεία να τους εξουδετερώσει», γράφει και παλι ο Πράις.

Η Γερμανίδα κατάσκοπος
Να, λοιπόν, που βάσισε ο Βίλεμ Πάμπστ την ταινία του «Θεσσαλονίκη, φωλιά των κατασκόπων», βασισμένη στην ιστορία της τότε περίφημης Γερμανίδας κατασκόπου, γνωστής ως «Φροϊλάιν ντόκτορ».
Επρόκειτο για μια κατάσκοπο, η οποία παρουσιαζόταν ως Αμερικανίδα, μπλέκοντας στα ερωτικά της δίχτυα έναν Γάλλο ανώτερο αξιωματικό, τον οποίον γνώρισε στο καφέ του Λευκού Πύργου. Όταν αντιλαμβάνονται την ιδιότητά της, μπαίνει σε ένα αυτοκίνητο κι εξαφανίζεται με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Το όχημα προσκρούει σ’ ένα δέντρο, παίρνει φωτιά, κι όλοι θεωρούν την Φροιλάιν ντόκτορ νεκρή. Μετά από είκοσι έτη, σ’ ένα γηροκομείο της Ελβετίας οι δύο πρωταγωνιστές ξανασυναντιούνται κι αποκαλύπτεται η αλήθεια. Οι γνωστοί για την εποχή ηθοποιοί Ντίτα Πάρλο και Πιέρ Μπλανσάρ επισκέπτονται την πόλη για κάποια γυρίσματα στον Λευκό Πύργο και στη Θεσσαλονίκη γίνεται χαμός για λίγες μέρες.
Ανάλογα ενδιαφέρουσα περίπτωση κατασκοπείας αποτελεί η περίπτωση της Βιεννέζας χορεύτριας Φρίντα, η οποία έδρασε στη Θεσσαλονίκη και εκτελέστηκε από τους Γάλλους για κατασκοπεία στα 1918. Το πορτρέτο της, έργο του Π. Μαθιόπουλου, χρησιμοποιήθηκε σε αφίσα για τη διαφήμιση ελληνικών τσιγάρων.
Διαβάστε επίσης:
«Καυτές» κόντρες: Ο Κολυδάς απορρίπτει τον όρο «αφρικανικός αντικυκλώνας» που λέει ο Τσατραφύλλιας
Δήμος Αθηναίων: Ο καφέ κάδος εξαπλώθηκε και στην 7η Δημοτική Κοινότητα