Η διαρκής υποβάθμιση της Ελλάδας στην κατάταξη των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα (RSF), με τη χώρα να βρίσκεται για τέταρτη συνεχόμενη χρονιά στις τελευταίες θέσεις πανευρωπαϊκά —και φέτος να πέφτει ακόμη μία θέση παγκοσμίως— δεν είναι απλώς μια “κακή επίδοση” σε κάποιον διεθνή δείκτη. Είναι καμπανάκι. Στην πραγματικότητα, είναι κανονική σειρήνα κινδύνου για τη δημοκρατία.

Η ελευθερία του Τύπου δεν είναι πολυτέλεια ούτε αφηρημένη έννοια. Είναι βασικό δομικό στοιχείο ενός κράτους δικαίου. Όταν μια χώρα υποχωρεί διαρκώς σε αυτόν τον τομέα, αυτό σημαίνει ότι οι δημοσιογράφοι είτε δεν μπορούν είτε δεν τολμούν να κάνουν τη δουλειά τους: να ερευνούν, να ελέγχουν την εξουσία, να αποκαλύπτουν σκάνδαλα, να αναδεικνύουν κοινωνικά ζητήματα.
Η θέση της Ελλάδας πίσω από κράτη με εμφανώς πιο περιορισμένες δημοκρατικές παραδόσεις δεν είναι απλώς ντροπιαστική· είναι ενδεικτική βαθύτερων συστημικών προβλημάτων. Μιλάμε για ένα περιβάλλον όπου οι παρεμβάσεις σε Μέσα, η ασυδοσία των ισχυρών, η στοχοποίηση δημοσιογράφων, οι περίεργες απολύσεις και η ανεξιχνίαστη δολοφονία του Γιώργου Καραϊβάζ συνθέτουν μια σκοτεινή εικόνα.
Ταυτόχρονα, η διάβρωση της ανεξαρτησίας πολλών ΜΜΕ —μέσω κρατικής χρηματοδότησης χωρίς διαφάνεια ή μέσω ιδιοκτησιακών συγκρούσεων συμφερόντων— ενισχύει ένα κλίμα μονοφωνίας και αυτολογοκρισίας. Όταν το κοινό πληροφορείται κυρίως από μέσα που λειτουργούν ως φιλικά παραρτήματα κομματικών γραφείων ή επιχειρηματικών επιτελείων, τότε η ενημέρωση παύει να είναι εργαλείο δημοκρατίας και γίνεται εργαλείο χειραγώγησης.
Η απαξίωση της δημοσιογραφίας από την ίδια την κοινωνία, η ανοχή απέναντι στη διαστρέβλωση και την προπαγάνδα, και η άνοδος της πληροφόρησης μέσω ανεξέλεγκτων social media δημιουργούν ένα τοξικό τοπίο. Όταν ο πολίτης δεν εμπιστεύεται ή δεν ενδιαφέρεται για το τι γράφεται και ποιος το γράφει, αφήνει τον δημόσιο λόγο έρμαιο στα χέρια όσων θέλουν να τον ελέγχουν.
Η χαμηλή θέση στην κατάταξη RSF δεν είναι απλώς μια ντροπή για την Ελλάδα· είναι και ένας καθρέφτης. Δείχνει πού φτάσαμε, πού αποτύχαμε και, κυρίως, πού κινδυνεύουμε να πάμε. Δεν υπάρχει υγιής δημοκρατία χωρίς ελεύθερο και γενναίο Τύπο. Αν τον αφήσουμε να φιμωθεί —με τρόπους φανερούς ή ύπουλους— τότε δεν θα μιλάμε πια για κράτος δικαίου αλλά για σκηνικό θεσμικής κατάρρευσης με δημοκρατικό περιτύλιγμα.